ὡροθετεῖ

ὡροθετεῖ
ὡροθετέω
take note
pres ind mp 2nd sg (attic epic doric ionic)
ὡροθετέω
take note
pres ind act 3rd sg (attic epic doric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ωροθετώ — έω, Α [ὡροθέτης] 1. παρατηρώ τη θέση τών αστέρων κατά την ώρα τής γέννησης ενός παιδιού, ὡροσκοπῶ* 2. (για πλανήτη) κυβερνώ την ώρα τού τοκετού («ὡροθετεῑ σε Κρόνος», Λουκίλλ.) …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”